Δευτέρα 28 Απριλίου 2014

ΑΦΑΣΙΑ: Ο ρόλος του Λογοπεδικού. Πώς μπορούμε να βοηθήσουμε τον ασθενή με αφασία;



                                             ΑΦΑΣΙΑ   


Με τον όρο αφασία εννοούμε  τη μερική ή ολική απώλεια γλωσσικών ικανοτήτων  σε παιδιά και ενήλικες, τη δυσκολία στο να χειριστεί  και να κατανοήσει κάποιος  το λόγο. Είναι μία  επίκτητη διαταραχή που προκύπτει μετά από κάποια βλάβη στον εγκέφαλο (κρανιοεγκεφαλική κάκωση, εγκεφαλικό επεισόδιο, όγκο ή άλλη νευρολογική πάθηση). Ο ίδιος ο ασθενής μπορεί να μεταπηδά από τον έναν τύπο αφασίας στον άλλο με την πάροδο της θεραπείας αλλάζοντας έτσι την κλινική του εικόνα.



Ο ρόλος του Λογοπεδικού είναι τόσο  στην έναρξη της αφασίας, όσο και στην αποκατάσταση. Εκτιμά και αξιολογεί  τις ανάγκες και τις δυνατότητες του ατόμου, ενισχύει δεξιότητες και παρεμβαίνει θεραπευτικά, ώστε να αποκαταστήσει τις διαταραχές που προκύπτουν στο μέγιστο δυνατό βαθμό.

 Συνεργάζεται  με άλλες ειδικότητες (όπως  γιατρούς, φυσιοθεραπευτές, εργοθεραπευτές, κοινωνικούς λειτουργούς, ψυχολόγους, νοσοκόμους),ο Λογοπεδικός εξηγεί, συμβουλεύει και στηρίζει συναισθηματικά το άτομο με αφασία και την οικογένειά του.
Η άμεση αποκατάσταση μέσω της λογοθεραπείας, προκαλεί αυξημένη λειτουργικότητα στις απομείνουσες δεξιότητες, ή ακόμα και ολοκληρωτική επαναφορά μέσα στο 1ο τρίμηνο της θεραπείας σε  ήπιες περιπτώσεις. Από την άλλη πλευρά, η θεραπεία στις » δύσκολες περιπτώσεις «αποτελεί μία μακροχρόνια συνεργασία λογοθεραευτή – ασθενή – οικογένειας, που απαιτεί συνήθως τουλάχιστον ένα χρόνο χωρίς πάντα να εγγυάται πλήρη αποθεραπεία σε σπάνιες περιπτώσεις.


Λόγω της αφασίας, ο ασθενής αντιλαμβάνεται και εκφράζεται διαφορετικά από πριν.


Πώς μπορούμε να βοηθήσουμε  τον ασθενή με αφασία;

  • ·         Εξασφαλίζουμε ένα ήσυχο περιβάλλον, ώστε να διευκολύνουμε την επικοινωνία.
  • ·         Αποκτούμε  βλεμματική επαφή.
  • ·         Δε φωνάζουμε! Μιλάμε αργά χρησιμοποιώντας απλές προτάσεις, δίνοντας ένα στοιχείο τη φορά.
  • ·         Του δίνουμε χρόνο να σκεφτεί  και να κατανοήσει αυτό που του είπαμε.
  • ·         Δεν αλλάζουμε θέμα όταν δεν καταλαβαίνει.
  • ·         Όταν δυσκολεύεται να βρει τη σωστή λέξη, προτείνουμε εναλλακτικές λέξεις και αν συνεχίζει να δυσκολεύεται έντονα, δεν επιμένουμε.
  • ·         Χρησιμοποιούμε βοηθητικά εναλλακτικούς τρόπους επικοινωνίας ( γράψιμο, εικόνες).
  • ·         Επιβραβεύουμε τις προσπάθειές του.


Πέμπτη 3 Απριλίου 2014

Διαβάζω παραμύθια...


 Διαβάζω παραμύθια...

Φωτογραφία: Πόσο σημαντικό είναι άραγε ένα παραμύθι για τα παιδιά; Είναι μόνο ένας τρόπος να τα ηρεμούμε, μια «τεχνική» για να κοιμούνται τα βράδια ή τελικά η αξία του είναι πολύ πιο πολύτιμη;
Τα παραμύθια στο πέρασμα των χρόνων έχουν χρησιμοποιηθεί κυρίως ως ένα μέσο ψυχαγωγίας που διασκεδάζει, ηρεμεί κι ευχαριστεί τα παιδιά. Παράλληλα όμως, μέσα από τις ιστορίες και τους ήρωες, τα κάστρα και τα ξωτικά, το παιδί ταυτίζεται και βιώνει την ιστορία με αποτέλεσμα συχνά να δίνει λύσεις στις δικές του δυσκολίες, στα δικά του αναπάντητα ερωτήματα. Υιοθετεί «τις μαγικές δυνάμεις» των ηρώων κι έτσι έρχεται αντιμέτωπο με έναν τρόπο ανώδυνο, με υπαρξιακά ζητήματα όπως το πένθος, η μοναξιά, η φιλία.
Την ώρα που ακούει ή διαβάζει το παραμύθι ανακουφίζεται και γι’ αυτό συχνά τα παιδιά ζητούν ξανά και ξανά την ίδια ιστορία. Ένα νόημα κρυμμένο, ένα προσωπικό νόημα έχει η ιστορία αυτή για το παιδί και με την διαρκή επαναβίωσή της το παιδί τελικά λυτρώνεται, καθώς οι περισσότερες παιδικές ιστορίες έχουν αίσιο τέλος και έτσι στο παιδί προσφέρεται η ελπίδα και η ασφάλεια.
Επίσης, τα παραμύθια είναι το μέσο αυτό που βοηθάει στο να αναπτυχθεί η φαντασία του παιδιού και να βάλει χρώμα και ζωή σε αυτά που ακούει. Το παραμύθι δεν περιορίζει, αλλά ενθαρρύνει την δημιουργία εικόνων κι ενός κόσμου που πολλές φορές ένα παιδί, όταν είναι συναισθηματικά πιεσμένο, αναζητά να καταφύγει για να χαλαρώσει και να πάρει δυνάμεις.
Ας διαβάσουμε λοιπόν στα παιδιά μας παραμύθια, ας σκεφτούμε ποιο ήταν το δικό μας αγαπημένο παιδικό παραμύθι και ας δώσουμε την ευκαιρία στον εαυτό μας να ξαναβιώσει εκείνο τον μαγικό κόσμο των παραμυθιών, γιατί όλοι έχουμε ένα παιδί κρυμμένο μέσα μας που πολύ συχνά αναζητά το δικό του παραμύθι, όχι για να κρυφτεί μέσα σ’ αυτό αλλά για να είναι το καταφύγιο του, το οποίο θα το οπλίσει και πάλι με δύναμη για ζωή.


Πόσο χρήσιμο είναι ένα παραμύθι για τα παιδιά; Είναι μια «τεχνική» για να κοιμούνται τα βράδια, o τρόπος να τα ηρεμούμε ή τελικά η αξία του είναι πολύ πιο πολύτιμη;

Τα παραμύθια στο πέρασμα των χρόνων έχουν χρησιμοποιηθεί κυρίως ως ένα μέσο ψυχαγωγίας που διασκεδάζει, ηρεμεί κι ευχαριστεί τα παιδιά. Παράλληλα όμως, μέσα από τις ιστορίες και τους ήρωες, τα κάστρα και τα ξωτικά, το παιδί ταυτίζεται και βιώνει την ιστορία με αποτέλεσμα συχνά να δίνει λύσεις στις δικές του δυσκολίες, στα δικά του αναπάντητα ερωτήματα. Υιοθετεί «τις μαγικές δυνάμεις» των ηρώων κι έτσι έρχεται αντιμέτωπο με έναν τρόπο ανώδυνο, με υπαρξιακά ζητήματα όπως το πένθος, η μοναξιά, η φιλία.

Την ώρα που ακούει ή διαβάζει το παραμύθι ανακουφίζεται και γι’ αυτό συχνά τα παιδιά ζητούν ξανά και ξανά την ίδια ιστορία. Ένα νόημα κρυμμένο, ένα προσωπικό νόημα έχει η ιστορία αυτή για το παιδί και με την διαρκή επαναβίωσή της το παιδί τελικά λυτρώνεται, καθώς οι περισσότερες παιδικές ιστορίες έχουν αίσιο τέλος και έτσι στο παιδί προσφέρεται η ελπίδα και η ασφάλεια.

Επίσης, τα παραμύθια είναι το μέσο αυτό που βοηθάει στο να αναπτυχθεί η φαντασία του παιδιού και να βάλει χρώμα και ζωή σε αυτά που ακούει. Το παραμύθι δεν περιορίζει, αλλά ενθαρρύνει την δημιουργία εικόνων κι ενός κόσμου που πολλές φορές ένα παιδί, όταν είναι συναισθηματικά πιεσμένο, αναζητά να καταφύγει για να χαλαρώσει και να πάρει δυνάμεις.

Ας διαβάσουμε λοιπόν στα παιδιά μας παραμύθια, ας σκεφτούμε ποιο ήταν το δικό μας αγαπημένο παιδικό παραμύθι και ας δώσουμε την ευκαιρία στον εαυτό μας να ξαναζήσει σε εκείνο τον μαγικό κόσμο των παραμυθιών, γιατί όλοι έχουμε ένα παιδί κρυμμένο μέσα μας που πολύ συχνά αναζητά το δικό του παραμύθι, όχι για να κρυφτεί μέσα σ’ αυτό αλλά για να είναι το καταφύγιο του, το οποίο θα το οπλίσει και πάλι με δύναμη για ζωή.